Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2010

Για τη θέση της "Ενιαίας Ανώτατης Εκπαίδευσης" της ΚΝΕ

Μπροσούρα των Αγωνιστικών Κινήσεων, εκδόθηκε το 2003
Για την Ενιαία Ανώτατη της ΚΝΕ

Η θέση της "Ενιαίας Ανώτατης Εκπαίδευσης" προωθείται εδώ και αρκετά χρόνια από την ΚΝΕ στα ΑΕΙ και ΤΕΙ και αποτελεί εξέλιξη, συμπύκνωση και αποκρυστάλλωση μιας σειράς θέσεων τις οποίες έχει η δύναμη αυτή εδώ και δεκαετίες.
Στην ουσία της, πρόκειται για μια ρεφορμιστική θέση η οποία, ως τέτοια, όχι μόνο δε δίνει προοπτική στους αγώνες του φοιτητικού και σπουδαστικού κινήματος, αλλά ούτε καν μπορεί να τους πυροδοτήσει και να τους τροφοδοτήσει πολιτικά.
Στο άρθρο του Οδηγητή (Μάρτης 2003) με τίτλο "Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση Σύγχρονη απαίτηση των καιρών" -που παρατίθεται ολόκληρο μέσα στο κείμενο που ακολουθεί- δίνεται ένα αρκετά σαφές περίγραμμα και στίγμα της θέσης αυτής, τόσο για τις πολιτικοϊδεολογικές της αφετηρίες, όσο και για την εξειδίκευσή της σε στόχους πάλης για το κίνημα.

Μια παλιά θέση που δεν εγκαταλείφθηκε ποτέ


"Η πάλη του φοιτητικού και σπουδαστικού κινήματος δεν μπορεί παρά να στοχεύει σε συνολικότερες αλλαγές, στη διαμόρφωση του πανεπιστημίου των κοινωνικών αναγκών στη Δημόσια και Δωρεάν Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση"

Από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης η ΚΝΕ είχε τη θέση για "πανεπιστήμιο για τις ανάγκες του λαού και του τόπου". Από την πρώτη κιόλας παράγραφο του άρθρου γίνεται φανερό πως η "Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση" είναι μια άλλη διατύπωση για την ίδια θέση, ίσως και η εξέλιξη και η συγκεκριμενοποίησή της.
Είναι όμως τόσο κακό να παλεύουν οι φοιτητές και οι σπουδαστές για ένα πανεπιστήμιο που να ανταποκρίνεται στις λαϊκές και κοινωνικές ανάγκες; Μήπως μέσα από την πάλη αυτή δεν περνά και η πάλη για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους; Μήπως, τελικά, δε θα πάει ο τόπος μας μπροστά αν η τριτοβάθμια εκπαίδευση ανταποκριθεί στον κοινωνικό της ρόλο; Γιατί είναι λάθος να προτείνει το κίνημα ένα εκπαιδευτικό μοντέλο που να εξυπηρετεί αυτές ακριβώς τις ανάγκες, με στόχο να παλεύει κάθε φορά όσο μπορεί για να το πλησιάσει, κερδίζοντας, έτσι, κάποιες κατακτήσεις;
Ας ξεκινήσουμε από τούτο: Είναι δυνατόν το πανεπιστήμιο να ανταποκρίνεται στις κοινωνικές ανάγκες; Απαντούμε πως ναι, αλλά σε μια άλλη κοινωνία η οποία θα έχει κέντρο τον άνθρωπο και όχι το κέρδος. Στη σημερινή ταξική κοινωνία δεν μπορεί παρά και η εκπαίδευση να είναι ταξική και άρα άδικη για τη μεγάλη πλειοψηφία της νεολαίας.
Η κυρίαρχη αστική τάξη επιδιώκοντας, προφανώς, να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της με τον καλύτερο τρόπο επιχειρεί να αφαιρεί δικαιώματα από τις μάζες, να εντείνει την εκμετάλλευσή τους και με τον τρόπο αυτό και να μεγιστοποιεί τα κέρδη της και να διαιωνίζει την κυριαρχία της. Στο χώρο της εκπαίδευσης επιδιώκει να κατανείμει τη νεολαία στην παραγωγή, να την ποτίσει με τα σάπια ιδεολογήματά της και να την κάνει πιστό και αποδοτικό υπηρέτη της. Ο στόχος αυτός είναι σύμφυτος με το στόχο της ταξικότητας, τη δημιουργία, δηλαδή, μιας εκπαίδευσης αφιλόξενης για τα παιδιά των κατώτερων λαϊκών στρωμάτων, στην οποία έχουν πρόσβαση, μέλλον και προοπτική οι λίγοι κι εκλεκτοί.
Ένα τέτοιο πανεπιστήμιο σε μια τέτοια κοινωνία δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να υπηρετήσει τις ανάγκες του λαού. Δεν είναι φτιαγμένο γι' αυτό το λόγο, δεν έχει αυτό το ρόλο και ούτε μπορεί να τον παίξει. Είναι μεταφυσική η αντίληψη που λέει ότι είναι δυνατόν στην κοινωνία να υπάρχει ανεργία, λιτότητα, καταστολή, πόλεμος και το πανεπιστήμιο να αποτελεί νησίδα σχεδόν ...σοσιαλιστική (!) επιτελώντας έργο για το λαό!
Μήπως αυτό σημαίνει ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν κατακτήσεις για τις φοιτητικές και σπουδαστικές μάζες χωρίς την αλλαγή συνολικά του κοινωνικού, πολιτικού και οικονομικού συστήματος; Κάθε άλλο. Κατακτήσεις μπορούν να υπάρξουν, αυτό που δεν μπορεί να γίνει είναι το σύστημα της εκμετάλλευσης να αλλάξει χαρακτήρα, να γίνει πιο φιλολαϊκό, να εξασφαλίζει και να προασπίζει τα δικαιώματα των μαζών.
Όπως αναφέραμε, στόχος της αστικής τάξης είναι να εντείνει την εκμετάλλευση των λαϊκών μαζών. Ο πλούτος της και η ίδια της η εξουσία προέρχονται ακριβώς από αυτήν την εκμετάλλευση. Αν δεν καρπώνεται τον πλούτο που παράγουν οι εργαζόμενοι δεν μπορεί να είναι κυρίαρχη. Με λίγα λόγια, για να υπάρχουν πλούσιοι πρέπει να υπάρχουν και φτωχοί.
Η εκπαίδευση αναλαμβάνει να ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι, να κατανείμει τη νεολαία όχι μόνο στους τομείς, αλλά και στις βαθμίδες της παραγωγής, έτσι ώστε να κρατιέται ζωντανός αυτός ο διαχωρισμός που είναι απαραίτητος στην αστική τάξη για να κυριαρχεί.
Η διαιώνιση της κυριαρχίας της αστικής τάξης έχει ανάγκη και την ιδεολογική επίθεση απέναντι στις μάζες και ιδιαίτερα στη νεολαία. Η εκπαίδευση στον καπιταλισμό έχει και αυτόν τον πολύ σημαντικό ρόλο. Η νεολαία πρέπει να γαλουχείται στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο με τις σάπιες αξίες του ατομισμού και του βολέματος και να απομακρύνεται από κάθε έννοια συλλογικότητας, μαζικής πάλης και αγωνιστικής διεκδίκησης. Πρέπει να μαθαίνει το δίκαιο και το άδικο με τα κριτήρια που η ίδια η κυρίαρχη τάξη θέτει και που της εξασφαλίζουν τη συνέχιση της κυριαρχίας της.
Στο πλαίσιο αυτό το πανεπιστήμιο είναι φτιαγμένο έτσι ώστε να εξυπηρετεί αυτούς τους στόχους. Η κοινωνική του προσφορά μετριέται από την αστική τάξη που το έφτιαξε και το συντηρεί με βάση το κατά πόσο πλησιάζει αυτούς τους στόχους. Έτσι είναι λάθος και επικίνδυνο να μιλάμε γενικά για το αν εξυπηρετεί τις ανάγκες της κοινωνίας, για τον απλούστατο λόγο ότι είναι βέβαιο ότι εξυπηρετεί τις ανάγκες της κοινωνίας την οποία υπηρετεί.
Το ζήτημα που θέτει η ΚΝΕ είναι η κατά το δυνατόν μεταρρύθμιση της λειτουργίας του πανεπιστημίου ώστε να βρουν μέσα σε αυτό λίγο χώρο και τα λαϊκά συμφέροντα. Η θέση αυτή, ωστόσο, αφήνει εντελώς έξω από το λογαριασμό την ίδια την ταξική δομή της κοινωνίας, τον ταξικό συσχετισμό ο οποίος είναι πολύ αρνητικός για τους λαούς σήμερα.
Αυτό που στην ουσία υποστηρίζει είναι ότι μια και το σύστημα δεν μπορεί να αλλάξει, τουλάχιστον ας γίνει λίγο πιο ανθρώπινο. Αυτή η αντίληψη, θεμελιώδης στο ρεφορμισμό, διαπνέει την πολιτική της άποψη συνολικά, όχι μόνο για το πανεπιστήμιο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο απώτερος, σχεδόν στρατηγικός στόχος και της ΚΝΕ και του ΚΚΕ είναι μια κυβέρνηση των δημοκρατικών δυνάμεων η οποία θα εφαρμόσει, ουσιαστικά, έναν καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο.
Είναι ξεκάθαρη η άποψη που έχει η ΚΝΕ για τις δυνατότητες των μαζών. Τις έχει ικανές το πολύ πολύ για να παλεύουν για να βελτιώνουν το σύστημα της εκμετάλλευσης και φυσικά ούτε λόγος για να συγκρουστούν μετωπικά μαζί του και να το ανατρέψουν. Γι' αυτό και σε κάθε μεγάλο αγώνα, από το Πολυτεχνείο το '73, τον 815 το '79, τα μέτρα Τρίτση το '87, το πολυνομοσχέδιο Κοντογιαννόπουλου το '90-91, μέχρι τους αγώνες των μαθητών ενάντια στον 2525 το '98 η ΚΝΕ βλέποντας πως οι μάζες διεκδικούν πολύ περισσότερα από όσα η ίδια περίμενε και μπορούσε να ελέγξει έκανε ότι μπορούσε για να ανακόψει την αγωνιστική τους ορμή και να τις περιορίσει σε ανώδυνες διαμαρτυρίες.
Αν, λοιπόν, το πανεπιστήμιο δεν μπορεί να αλλάξει στον καπιταλισμό, μήπως δεν έχει νόημα η πάλη για τα δικαιώματα των φοιτητών και των σπουδαστών σε ότι αφορά την εκπαίδευση; Η συνήθης αντιπαράθεση που μας γίνεται πάνω σε αυτό είναι ότι ουσιαστικά οι θέσεις μας είναι θέσεις παραίτησης από τη μαζική πάλη και θέσεις που παραπέμπουν τα πάντα σε ένα θολό και μακρινό μέλλον μιας άλλης κοινωνίας, τη στιγμή που η ΚΝΕ παλεύει για τις στο σήμερα με αγώνες που μπορούν να έχουν σοβαρά αποτελέσματα για τη ζωή των φοιτητών.
Ας αντιπαρέλθουμε το φτηνό συνδικαλισμό. Ας αντιπαρέλθουμε και τη συζήτηση για το ποιος παλεύει για το εφικτό και ποιος για το ανέφικτο. Κι ας συνεχίσουμε τη συλλογιστική των προηγούμενων γραμμών.
Το αν και κατά πόσο η αστική τάξη πετυχαίνει τους στόχους της επίθεσής της εξαρτάται από τον ταξικό συσχετισμό που διαμορφώνεται σε κάθε περίοδο. Οι αγώνες των εργαζόμενων και της νεολαίας μπορούν να βάλουν φραγμό στις επιδιώξεις της, όπως το έχουν κάνει πολλές φορές στο παρελθόν και θα το κάνουν ακόμα περισσότερες στο μέλλον.
Οι αγώνες είναι αυτοί που μπορούν να γείρουν το συσχετισμό προς όφελος των μαζών όταν καταφέρνουν να πιέσουν πολιτικά την αστική τάξη, η οποία μπροστά στον κίνδυνο να χάσει περισσότερα, παραχωρεί όσα λιγότερα μπορεί. Οι κατακτήσεις που πετυχαίνουν οι μάζες είναι "το παραπροϊόν της ταξικής πάλης". Είναι το αποτέλεσμα της πίεσης που ασκούν στο σύστημα οι μάζες όταν οργανώνονται και παλεύουν διεκδικώντας όσα τους ανήκουν.
Στόχος των κινημάτων είναι να γίνουν επικίνδυνα για το σύστημα. Να φρενάρουν τις επιλογές του, να χαλάσουν τους σχεδιασμούς του, να το κάνουν να φοβηθεί ακόμα και για την ίδια του την υπόσταση και την κυριαρχία. Μια αστική τάξη που βρίσκεται σε τέτοια θέση είναι υποχρεωμένη να παραχωρήσει για να αποφύγει τα χειρότερα. Περιμένοντας, φυσικά, πάντα την ευκαιρία να πάρει πίσω αυτά που παραχώρησε και να αποκαταστήσει την ορθή (κατ' αυτήν) τάξη πραγμάτων.
Έτσι, το ζητούμενο για τα κινήματα είναι να αντιλαμβάνονται μέσα από την πάλη τους τη δύναμη που έχουν, να πολιτικοποιούνται και να μαζικοποιούνται και να είναι σε θέση πάντα με μεγάλους και μακροχρόνιους αγώνες να στριμώχνουν την άρχουσα τάξη και να την υποχρεώνουν σε παραχωρήσεις. Με τελικό στόχο να τη φτάσουν στο σημείο που να μην μπορεί να παραχωρήσει πια τίποτε άλλο και να ανατραπεί ηττημένη από τις μάζες.
Για να επιστρέψουμε, λοιπόν, στο αρχικό ερώτημα είναι σαφές ότι όχι μόνο μπορούν αλλά και πρέπει να υπάρχουν κατακτήσεις από τη μεριά των μαζών στον καπιταλισμό. Όχι μόνο μπορούν αλλά και πρέπει να υπάρχουν μικροί αλλά και μεγάλοι αγώνες για κάθε ζήτημα που αναδεικνύει η επίθεση του συστήματος, από τα δωρεάν βιβλία μέχρι την εξάρτηση. Οι αγώνες αυτοί, όμως, για να υπάρξουν πρέπει να έχουν στόχο την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των μαζών. Και για να νικήσουν πρέπει να είναι επικίνδυνοι για το σύστημα.
Είναι, έτσι, σαφές ότι όταν η ΚΝΕ ισχυρίζεται ότι δε μεταθέτει τα πάντα για το σοσιαλισμό αλλά παλεύει για το σήμερα κρύβει ακριβώς την αντίθετη θέση που είναι και η ουσία της άποψής της. Ότι επειδή δεν μπορούν να υπάρχουν αγώνες επικίνδυνοι για το σύστημα, επειδή το σύστημα δεν ανατρέπεται αλλά το πολύ πολύ διορθώνεται είναι καλύτερα να αφήσουμε στην άκρη τους αγώνες που συγκρούονται με αυτό και να περιοριστούμε σε ανώδυνες φασαρίες. Χαρακτηριστική είναι η δεύτερη παράγραφος του άρθρου του Οδηγητή:

"Η Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση δεν είναι κάτι που θα μας απασχολήσει στο μέλλον, είναι η σύγχρονη απαίτηση των καιρών και περνάει μέσα από συγκεκριμένους στόχους πάλης".

Κοντά σε αυτό είναι, βέβαια, και η άλλη θεμελιώδης αντίληψη και της ΚΝΕ και του κομματικού της φορέα: Μια που το σύστημα δεν ανατρέπεται αλλά διορθώνεται, η λύση είναι η εκλογική ενίσχυση της ΚΝΕ και του ΚΚΕ και η υποταγή των κινημάτων σε αυτά, έτσι ώστε οι αγώνες να μπορούν να βοηθούν στις διορθώσεις του συστήματος τις οποίες θα αναλαμβάνει να υλοποιήσει το κόμμα στη βουλή και, γιατί όχι, ακόμα και στην κυβέρνηση κάποτε! Τόση εκτίμηση τρέφουν στις μάζες και τα κινήματα οι πολιτικές δυνάμεις του λαού!

Για το χαρακτήρα των αιτημάτων


Το πολιτικό περιεχόμενο των αγώνων και των κινημάτων καθορίζεται από τα αιτήματα που τίθενται. Αιτήματα που έχουν είτε το χαρακτήρα του γενικού πολιτικού στόχου, είτε της ειδικότερης και πιο συγκεκριμένης διεκδίκησης που απορρέει από αυτόν.
Οι αγώνες είναι μαζικοί και νικηφόροι μόνο όταν έχουν στόχο την υπεράσπιση και τη διεύρυνση των δικαιωμάτων των μαζών και όχι όταν συμμερίζονται τα προβλήματα και τα αδιέξοδα της αστικής τάξης και προσπαθούν να βρουν λύσεις μέσα στα πλαίσια που αυτή ορίζει.
Το ζήτημα, λοιπόν, σε σχέση με τα αιτήματα είναι ότι πρέπει να αντανακλούν αυτό το πολιτικό περιεχόμενο και να το κάνουν συγκεκριμένη πολιτική θέση για κάθε συγκεκριμένη περίοδο και κατάσταση. Τα αιτήματα απευθύνονται και προς το σύστημα, με την έννοια ότι είναι το πολιτικό οπλοστάσιο του κινήματος απέναντί του, αλλά και στο κίνημα και τις μάζες. Ο δεύτερος αυτός ρόλος είναι σημαντικός γιατί μέσα από την αιτηματολογία και τη στοχοθεσία ξεχωρίζουν οι σωστές από τις λανθασμένες απόψεις. Στο πεδίο των αιτημάτων αναπτύσσεται η αντιπαράθεση στους κόλπους των μαζών, βγαίνουν οι αντιθέσεις στην επιφάνεια και λύνονται προς όφελος της μιας ή της άλλης κατεύθυνσης στο κίνημα. Η ορθότητα των αιτημάτων και των πολιτικών στόχων κρίνεται από το αν αυτά αποτελούν πόλο συσπείρωσης και ενοιοποίησης του λαού και της νεολαίας, αν βοηθούν στη μαζικοποίηση των αγώνων και αν καταφέρνουν να εκφράσουν την πολιτική αντίθεση προς το σύστημα και να οδηγήσουν σε νίκες.
Ταυτόχρονα, τα αιτήματα των κινημάτων δεν είναι ανεξάρτητα από το συσχετισμό που είναι διαμορφωμένος σε κάθε περίοδο. Τα αιτήματα οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους την κατάσταση των μαζών και του κινήματος και να ανταποκρίνονται στη συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης. Όσο οι αγώνες μαζικοποιούνται, τα αιτήματα περνούν σε ανώτερο επίπεδο ακριβώς γιατί οι στόχοι του κινήματος και οι ανάγκες της πάλης φτάνουν επίσης σε ανώτερο επίπεδο.
Τα αιτήματα, λοιπόν, υπηρετούν τον πολιτικό στόχο. Κι όταν ο πολιτικός στόχος αναζητά λύσεις μέσα στα πλαίσια του συστήματος τότε τα αιτήματα δεν είναι τίποτε άλλο από προτάσεις προς το ίδιο το σύστημα. Προτάσεις που συμμερίζονται την κρίση του και αντί να προσπαθούν να την οξύνουν ώστε το σύστημα να βρεθεί σε δύσκολη θέση και να αναγκαστεί να υποχωρήσει, ουσιαστικά το διευκολύνουν να αντιμετωπίσει, προσωρινά έστω, τις εγγενείς αντιφάσεις του και, πάνω απ' όλα, να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το κίνημα.
Είναι γνωστή η τοποθέτησή μας ότι η προτασεολογία της πάλαι ποτέ κραταιάς ΚΝΕ στα πανεπιστήμια έστρωσε πολιτικά το δρόμο στην κυριαρχία της ΔΑΠ. Γιατί ο φοιτητόκοσμος εμπιστεύτηκε περισσότερο μια καθαρόαιμη δύναμη του συστήματος για να υλοποιήσει τις προτάσεις που η ΚΝΕ προπαγάνδιζε με ζέση για πολλά χρόνια. Όσο κι αν η ΚΝΕ θέλει να πείσει για το αντίθετο, οι "στόχοι πάλης" που τάζει ο αρθρογράφος του Οδηγητή δεν απέχουν και πολύ τελικά από τις προτάσεις των δεξιών δυνάμεων. Αρκεί να αφαιρέσει κανείς την ΕΕ και να προσθέσει λίγη αριστερή (ως αριστερίστικη) φρασεολογία!
Πρώτα-πρώτα η ίδια η θέση της "Ενιαίας Ανώτατης Εκπαίδευσης" είναι προβληματική μετά την ανωτατοποίηση των ΤΕΙ. Γιατί δε διαφοροποιείται από αυτό που το ίδιο το σύστημα έκανε για τους δικούς του λόγους. Είναι άλλο πράγμα άραγε η "Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση"; Ας δούμε:

"Βασικός άξονας αιτημάτων, σ' αυτή την κατεύθυνση, είναι αυτός που έχει να κάνει με τη διασφάλιση της δημόσιας και δωρεάν παροχής ανώτατης εκπαίδευσης και την ισοτιμία όλων των ιδρυμάτων. Πράγμα που σημαίνει πανεπιστήμια χωρίς καμιά μορφή διδάκτρων, με δωρεάν συγγράμματα, σύγχρονες, ενημερωμένες βιβλιοθήκες, σύγχρονη κτιριακή και εργαστηριακή υποδομή, προσλήψεις και κάλυψη των αναγκών σε επιστημονικό, διοικητικό και τεχνικό προσωπικό, παροχή δωρεάν σίτισης και στέγασης σε όλους τους φοιτητές. Τα ιδρύματα σ' αυτή τη βάση πρέπει να είναι όλα ισότιμα και να αυξηθεί η κρατική χρηματοδότηση μέσω του προϋπολογισμού, ώστε να εξασφαλιστεί η οικονομική επάρκεια των ιδρυμάτων κόντρα στη λογική της ιδιωτικοποίησης."

Δε θα διαφωνήσουμε στο όχι στα δίδακτρα, ούτε στο δωρεάν συγγράμματα, σίτιση και στέγαση. Θα προσπεράσουμε, προς το παρόν, τις βιβλιοθήκες και τα εργαστήρια.
Ας μείνουμε λίγο στο ζήτημα της χρηματοδότησης. Για την ΚΝΕ αποτελεί όρο το πανεπιστήμιο για τις κοινωνικές ανάγκες να χρηματοδοτείται από το κράτος και όχι από τους ιδιώτες. Αυτό, μάλιστα, είναι και η απάντησή της στο κεφαλαιώδες ζήτημα της αξιολόγησης των ιδρυμάτων και το θέμα που αναδεικνύεται τελευταία σε σχέση με την οικονομική και διοικητική αυτοτέλειά τους.
Τα ζητήματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι πολιτικά και όχι οικονομικά. Σε τίποτα δεν μπορεί να εξασφαλιστούν καλύτεροι όροι σπουδών για τους φοιτητές και τους σπουδαστές αν αυξηθεί η κρατική χρηματοδότηση των πανεπιστημίων. Το περίφημο σύνθημα της ΚΝΕ "15% του προϋπολογισμού για την παιδεία" είναι εντελώς αποπροσανατολιστικό και εισάγει το κίνημα σε μια λογική η οποία συμμερίζεται τα έξοδα του προϋπολογισμού του αστικού κράτους και προσπαθεί να συνεισφέρει στην κατανομή τους.
Όμως ποιος εξασφαλίζει ότι η ίδια η κυβέρνηση μπορεί πράγματι σε κάποια δεδομένη στιγμή να δώσει περισσότερα λεφτά στα πανεπιστήμια, όχι βέβαια σε όλα και σίγουρα όχι προς όφελος των φοιτητών; Ποιος εξασφαλίζει ότι ο επόμενος γύρος επίθεσης στα δικαιώματα της νεολαίας στη μόρφωση και τη δουλειά δε θα απαιτεί ένα κόστος ίσως και μεγαλύτερο του 15%;
Το ζητούμενο για τη σπουδάζουσα νεολαία δεν είναι το πόσα λεφτά θα δοθούν, αλλά να μην της αφαιρούνται δικαιώματα και κατακτήσεις. Η διαχειριστική λογική στην οποία εισάγει η θέση αυτή της ΚΝΕ αποδυναμώνει κάθε πραγματικά επικίνδυνη διεκδίκηση και είναι πραγματικά κατάλληλη για να αναλώνεται το κίνημα σε ατέρμονες συζητήσεις του τύπου "τρεις το λάδι τρεις το ξύδι" αντί να αναζητά τους τρόπους με τους οποίους θα αναπτύξει τους αγώνες του.
Θα πει κανείς: "Μα είναι καλύτερα να τα δίνουν τα λεφτά οι ιδιώτες και να απαιτούν έτσι και ρόλο στο πανεπιστήμιο;" Όταν λέμε ιδιώτες εννοούμε ουσιαστικά καπιταλιστικές επιχειρήσεις. Μα το κράτος δεν είναι ο συλλογικός καπιταλιστής, αυτός ο μηχανισμός που αναλαμβάνει να προωθήσει το κοινό καλό όλων των καπιταλιστών; Το αστικό κράτος υπηρετεί άραγε άλλα συμφέροντα; Γιατί να έχουμε σε αυτό περισ σότερη εμπιστοσύνη; Μήπως οι περίφημοι "ιδιώτες" δεν είναι η αστική τάξη η οποία έχει την εξουσία, έχει το κράτος, τους μηχανισμούς και τους θεσμούς; Ποιος είναι αυτός που ουσιαστικά αποφασίζει για την εκπαίδευση αν δεν είναι αυτοί ακριβώς;
Η λειτουργία των πανεπιστημίων με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και η λογική της ανταποδοτικότητας είναι διαφορετικά από την ιδιωτικοποίηση. Και άρα ο εχθρός της "επιχειρημα τικοποίησης" που βλέπει η ΚΝΕ (και όχι μόνο) είναι ένας μεγάλος αποπροσανατολισμός που δε λαμβάνει υπόψη του το ρόλο της εκπαίδευσης στον καπιταλισμό γενικά και στον εξαρτημένο ελληνικό καπιταλισμό ειδικότερα.

"Παράλληλα είναι αναγκαία η καθιέρωση ενιαίων κριτηρίων επιστημονικότητας και κοινωνικής αναγκαιότητας των σπουδών, με ταυτόχρονη κατάργηση της αντιεπιστημονικής διάκρισης σε κατευθύνσεις επιστήμης-τεχνολογίας, δηλαδή σε ΑΕΙ-ΤΕΙ. Σ' αυτή τη βάση, χρειάζεται να αναμορφωθεί η πλειοψηφία των προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών (σε αντιδιαμετρική, βέβαια, κατεύθυνση από τις σημερινές αλλαγές), ώστε κάθε τμήμα ανώτατης εκπαίδευσης να μεταδίδει όλη τη σύγχρονη γνώση στο συγκεκριμένο επιστημονικό αντικείμενο που μελετά με εμβάθυνση σε αυτό και κατάληξη σε επιστημονική ειδίκευση υψηλού επιπέδου και σύνδεση με την ερευνητική διαδικασία. Έτσι μόνο ο απόφοιτος θα είναι ολοκληρωμένος επιστήμονας και θα μπορεί να συνεισφέρει με πρωτότυπη επιστημονική σκέψη, δημιουργικότητα και πρωτοβουλία.
Στα μεταπτυχιακά, το βάρος θα δίνεται στην παραγωγή νέας γνώσης, οπότε και αυτά θα πρέπει να είναι ενός κύκλου και να οδηγούν απευθείας σε διδακτορικό"

Εδώ τα πράγματα είναι πλέον ξεκάθαρα. Η ΚΝΕ αποδέχεται στο σύνολό του τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και αναζητά τρόπους ώστε το πανεπιστήμιο να τον υπηρετεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, προσφέροντας ταυτόχρονα τις υπηρεσίες του στη γνώση και την επιστήμη.
Η βάση είναι η κατάργηση του διαχωρισμού ΑΕΙ-ΤΕΙ, αντίστοιχα με την κατάργηση του διαχωρισμού πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας. Το γεγονός ότι αυτός ο διαχωρισμός είναι ο δομικός λίθος του κα πιτα λιστικού συστήματος φαίνεται να μην απασχολεί την ΚΝΕ η οποία δε διστάζει να θέτει την κατάργησή του σαν στόχο πάλης για το κίνημα, χωρίς, φυσικά, να θέτει την ανατροπή του συστήματος!
Άρα το αίτημα αυτό, όσο κι αν σερβίρεται σαν υπερ-επαναστατικό είναι στην ουσία του μια πρόταση διαχείρισης της κρίσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ας μην ξεχνάμε ότι αυτός ο διαχωρισμός, τα όριά του και οι στόχοι του αποτελούν αγκάθι και για την ίδια τη αστική τάξη. Τα ΤΕΙ έπαιξαν σοβαρό ρόλο για λογαριασμό της από την ίδρυσή τους, όμως σήμερα και στη βάση της συρρίκνωσης της παραγωγικής βάσης βρίσκονται στον αέρα.
Η πρόταση διαχείρισης γίνεται πολύ συγκεκριμένη και πλησιάζει ...επικίνδυνα τις εξαγγελίες του υπουρ γείου και των τμημάτων των ΑΕΙ και ΤΕΙ, όπως και τα ιλουστρασιόν φυλλάδια της ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ. Αναρωτιόμαστε ποια είναι η αντιδιαμετρική κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να αλλάξουν τα προγράμματα σπουδών ώστε να εξυπηρετούν τις σύγχρονες ανάγκες της γνώσης.
Η γνώση δεν είναι ανεξάρτητη από την κοινωνία και τον ταξικό συσχετισμό. Εδώ και αρκετούς μήνες τα προγράμματα σπουδών αλλάζουν σε πολλές σχολές και των ΑΕΙ και των ΤΕΙ. Κατά την άποψή μας οι αλλαγές αυτές είναι αντιδραστικές ακριβώς επειδή εξυπηρετούν τις ανάγκες της αστικής τάξης και προωθούν την αστική γνώση.
Είναι, λοιπόν, λάθος μια αντίληψη που θεωρεί τη γνώση λίγο ως πολύ αταξική και μάλιστα θεωρεί ότι μπορεί να παράγεται (σε μεταπτυχιακό επίπεδο) προς όφελος του λαού. Μα τι είδους γνώση και για ποιον είναι αυτή που μπορεί να παράγεται στα μεταπτυχιακά ενός αστικού πανεπιστημίου; Πώς είναι δυνατόν το κίνημα να παλεύει για το καλό και το κακό μεταπτυχιακό, να κρίνει το αντικείμενο και τη γνώση που αυτό υποτίθεται ότι παράγει; Τελικά το πρόβλημα για το λαό είναι το αν παράγεται γνώση στα πανεπιστήμια ή αν τα παιδιά του έχουν πρόσβαση σε αυτή;
Το παράδοξο είναι ότι την ίδια στιγμή που η ΚΝΕ μιλά για σύγχρονη και ολοκληρωμένη γνώση, επιμένει στο αίτημα της εξειδίκευσης. Τη στιγμή που είναι επίσης σύμφυτη με τον καπιταλισμό η απομόνωση των γνωστικών αντικειμένων, η υπερεξειδίκευση που απομακρύνει από την ολοκληρωμένη γνώση της φύσης και της κοινωνίας και μόνο στόχο έχει την εξυπηρέτηση ενός τρόπου παραγωγής που στόχο έχει μόνο το κέρδος. Και είναι απορίας άξιο το πώς είναι δυνατόν να τίθεται ταυτόχρονα το αίτημα της κατάργησης του διαχωρισμού ΑΕΙ-ΤΕΙ και το αίτημα της εξειδίκευσης, η οποία ιστορικά οδηγεί σε έναν τέτοιο διαχωρισμό!
Το πιο σημαντικό, βέβαια, είναι ότι από το παραπάνω απόσπασμα απουσιάζει εντελώς το ζήτημα της δουλειάς. Ο αρθρογράφος επιχειρηματολογεί για τον απόφοιτο-ολοκληρωμένο επιστήμονα, "ξεχνώντας" τον απόφοιτο-άνεργο!
Το σύστημα προπαγανδίζει ότι θέλει να φτιάξει μια εκπαίδευση που να δίνει εφόδια στους νέους για τη ζωή και τη δουλειά τους. Και ότι είναι ευθύνη και του καθενός ατομικά να πάρει από αυτήν όσα περισσότερα εφόδια μπορεί. Και, κατά τα γνωστά, οι καλοί αμοίβονται, βρίσκουν δουλειές και έχουν μέλλον.
Ποια η διαφορά με τη θέση που διατυπώνει η ΚΝΕ; Δεν είναι το ίδιο αποπροσανατολιστικός ο στόχος του "ολοκληρωμένου επιστήμονα"; Για τα επαγγελματικά δικαιώματα που δεν υπάρχουν γιατί δε λέει κουβέντα; Πώς απαντά η ΚΝΕ στο χτύπημα στο δικαίωμα στη δουλειά; Με την αναβάθμιση των σπουδών; Μα τότε θα πρέπει να δεχτούμε ότι η ανεργία υπάρχει επειδή οι σπουδές είναι υποβαθμισμένες και άρα μόνο όσοι καταφέρνουν να πάρουν κανένα εφόδιο από τις υποβαθμισμένες αυτές σπουδές βρίσκουν δουλειά. Ο διαχωρισμός ΑΕΙ-ΤΕΙ πρέπει να καταργηθεί, ο διαχωρισμός της κοινωνίας σε τάξεις ποτέ!
Η τοποθέτηση της ΚΝΕ δεν απαντά στην προπαγάνδα του συστήματος ότι το κυνήγι όλο και περισσότερων τίτλων και πτυχίων είναι η λύση για την ανεργία. Αντίθετα την ενισχύει και της προσδίδει ένα υποτίθεται αριστερό προφίλ. Άλλωστε να μην ξεχνάμε ότι όλα αυτά γίνονται στην υπηρεσία του λαού και του τόπου!

Πού καταλήγει το εκπαιδευτικό μοντέλο


"Γίνεται κατανοητό πως, ενώ σε αυτό το πλαίσιο, δε θα χωράνε Τμήματα με στενό καταρτισιακό ή γενικόλογο σεμιναριακό χαρακτήρα, όπως και διάφορα πολυδιασπασμένα μορφώματα (Ινστιτούτα Διά βίου Εκπαίδευσης, Ανοιχτά Πανεπιστήμια κτλ.), θα ενταχτούν στην Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση εκείνα τα τμήματα των ΤΕΙ που έχουν επιστημονικό αντικείμενο με ταυτόχρονη ουσιαστική αναβάθμισή τους."

Το εκπαιδευτικό μοντέλο της ΚΝΕ φτάνει πιο μακριά κι από το σύστημα. Στην Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση δε χωράνε όλα τα ΤΕΙ, μόνο τα καλά κι αυτά αφού αναβαθμιστούν.
Κατ' αρχήν δε μας εξηγεί πώς ορίζεται το "επιστημονικό αντικείμενο". Μάλλον πρόκειται για τα "κριτήρια επιστημονικότητας" που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Και πάλι εδώ η το κίνημα καλείται να αποφα σίσει για τις κατευθύνσεις της καπιταλιστικής οικονομίας, να κρίνει ποιες σχολές ανταποκρίνονται σε αυτήν και ποιες όχι και να αγωνιστεί (!) για να κλείσουν όσες δεν πληρούν τα κριτήρια (που θέτει ποιος άραγε;).
Ο κάθετος και οριζόντιος διαχωρισμός των σχολών είναι κεντρικός στην εκπαιδευτική πολιτική της ελληνικής άρχουσας τάξης. Η ΚΝΕ τίθεται υπέρ του οριζόντιου διαχωρισμού στηρίζοντας την εξειδίκευση. Εδώ τίθεται υπέρ και του κάθετου, παρά το γεγονός ότι η κατάργηση του διαχωρισμού ΑΕΙ-ΤΕΙ είναι κεντρική της θέση.
Φτάνει να προτείνει ανοιχτά αυτό που το ίδιο το σύστημα προσπαθεί να κάνει με πλάγιο τρόπο: Το κλείσιμο σχολών. Το σύστημα ακολουθεί την τακτική του μαραζώματος των σχολών που δεν του χρειάζονται, η ΚΝΕ, όμως, ζητά από τους ίδιους τους σπουδαστές να αγωνιστούν για να κλείσουν οι σχολές τους!
Είναι χαρακτηριστικό της ρεφορμιστικής πολιτικής αντίληψης να προτάσσει αιτήματα τέτοια που να βολεύουν το ξεδίπλωμα της επίθεσης του συστήματος. Ολόκληρο το μοντέλο εκπαίδευσης που περιγράφεται δίνει πολιτικά επιχειρήματα στο σύστημα για να προχωρήσει την επίθεση. Από τα εργαστήρια και τις βιβλιοθήκες, μέχρι τα προγράμματα σπουδών, τα μεταπτυχιακά και το διαχωρισμό των σχολών, το μοντέλο της Ενιαίας Ανώτατης Εκπαίδευσης δεν έχει σε τίποτα να ζηλέψει τις διακηρυγμένες προθέσεις του συ στήματος.
Σε όλη την επιχειρηματολογία της ΚΝΕ δε γίνεται πουθενά λόγος για τις συνθήκες σπουδών, για το αν ο δρόμος για το πτυχίο είναι εύκολος ή δύσκολος. Δεν υπάρχει κανένα αίτημα που να απαντά στη βασική αγωνία του φοιτητόκοσμου που είναι το πώς θα πάρει πτυχίο και αν το πάρει τι δουλειά θα βρει.
Αντίθετα προβάλλεται ένα πλαίσιο λειτουργίας το όποίο ευνοεί την εντατικοποίηση, τα μαζικά κοψίματα και το ατέλειωτο κυνήγι πτυχίων και τίτλων σπουδών, ανεξάρτητα από την αξία τους στην αγορά εργασίας. Η ΚΝΕ δεν αντιλαμβάνεται, ή δε θέλει να αντιληφθεί ότι ένα καλό εργαστήριο δε σημαίνει περισσότερη γνώση στις σημερινές συνθήκες αλλά απανωτές εργασίες και αξιολογήσεις. Μια καλή βιβλιοθήκη δε σημαίνει πρόσβαση στη γνώση αλλά θέματα εκτός ύλης.
Η προσπάθεια διαμόρφωσης εκπαιδευτικού μοντέλου σε συνθήκες στις οποίες όχι μόνο κυριαρχεί η αστική τάξη αλλά βρίσκεται και σε φάση επίθεσης στα δικαιώματα της νεολαίας είναι βέβαιο ότι καταλήγει σε πρόταση προς το σύστημα για τη διαχείριση της κρίσης της εκπαίδευσης. Και μια τέτοια πρόταση δεν μπορεί παρά να έχει αντιδραστικά χαρακτηριστικά.
Όταν, μάλιστα, ντύνεται με αριστερό μανδύα και βαφτίζεται "σύγχρονη απαίτηση των καιρών" και κεντρικός στόχος πάλης για το φοιτητικό και σπουδαστικό κίνημα έχει μια ακόμη σοβαρή συνέπεια. Τον αποπροσανατολισμό του κόσμου, την απομάκρυνσή του από τις αριστερές ιδέες, την ενίσχυση της απογοήτευσης και της λογικής που τα περιμένει όλα από τους κυρίαρχους, αρκεί να υπάρχει κάποιος που να τον ψηφίζει και να τα ψάλλει στην κυβέρνηση.
Έτσι, η ήδη εκφρασμένη διάθεση των νεολαιίστικων μαζών να αντισταθούν πνίγεται μέσα στην αναζήτηση λύσεων στα πλαίσια του συστήματος. Δεν τους δίνεται καν η ευκαιρία (πόσο μάλλον η πολιτική τροφή) να συγκρουστούν μετωπικά με το σύστημα, την κυβέρνησή του και τις παρατάξεις του και να απαιτήσουν τα δικαιώματά τους.
Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι η ΚΝΕ ήταν έξω και ενάντια σε κάθε μεγάλο και νικηφόρο αγώνα που έκανε το φοιτητικό κίνημα. Ανεξάρτητα από το αν παρουσιάζεται ως πρωτοπόρος, ανεξάρτητα από το αν επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τους αγώνες προς όφελός της, ανεξάρτητα αν εκ των υστέρων τους υμνεί και τους μνημονεύει, η ουσία είναι ότι όποτε οι φοιτητικές μάζες αποφάσιζαν να βγουν στο δρόμο είχαν, εκτός από το σύστημα, να αντιμετωπίσουν και την "υπεύθυνη" στάση της ΚΝΕ η οποία ποτέ δε θέλησε αγώνες που να ξεφεύγουν από τον έλεγχό της. Και γι' αυτό το λόγο, δεν υπήρξε κανένας μεγάλος αγώνας ο οποίος να έγινε με τα αιτήματα της ΚΝΕ, αλλά αντίθετα με αυτά που εκείνη σνομπάριζε ή θεωρούσε ανούσια, μακρινά και παρατραβηγμένα.

Περί δημοκρατίας


"Άλλο –αναπόσπαστο- στοιχείο είναι η έρευνα, που θα πρέπει να συνδεθεί με την εκπαίδευση, να περάσει εξ' ολοκλήρου στα Τμήματα, να δοθεί βάρος στη βασική έρευνα και φυσικά να χρηματοδοτηθεί γενναία από τον κρατικό προϋπολογισμό κι όχι από ιδιώτες, ώστε να τεθεί στην υπηρεσία των κοινωνικών αναγκών. Γι' αυτό πρέπει να καταργηθούν οι διάφορες στεγανές και ανεξέλεγκτες δομές διεξαγωγής έρευνας τύπου ΕΠΙ, να περάσει η έρευνα στο δημοκρατικό έλεγχο των εκλεγμένων οργάνων των ιδρυμάτων.
Αυτός ο αγώνας είναι αλληλένδετος με την πάλη για συνολικότερο εκδημοκρατισμό της λειτουργίας των ιδρυμάτων, με την πλήρη συμμετοχή όλης της ακαδημαϊκής κοινότητας στη λήψη των αποφάσεων και στη λειτουργία των ιδρυμάτων, με κατοχύρωση και διεύρυνση των ακαδημαϊκών ελευθεριών και των εργασιακών δικαιωμάτων του ΔΕΠ και των εργαζόμενων στα ιδρύματα."

Η θέση για την έρευνα είναι αναμενόμενη μετά τα όσα προηγήθηκαν. Προφανώς το πανεπιστήμιο των κοινωνικών αναγκών πρέπει να κάνει έρευνα για το λαό και τον τόπο και φυσικά με τη χρηματοδότηση του καλού κράτους και όχι των κακών ιδιωτών.
Κι εδώ επανέρχεται μια κλασσική ρεφορμιστική θέση, αυτή του φοιτητικού-εργατικού ελέγχου. Η έρευνα και συνολικά η λειτουργία του πανεπιστημίου πρέπει να ελέγχεται από τα δημοκρατικά εκλεγμένα όργανα των ιδρυμάτων έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η διαφάνεια. Τα όργανα αυτά, μάλιστα, πρέπει να αναβαθμιστούν και να περιλαμβάνουν ολόκληρη την ακαδημαϊκή κοινότητα.
Είναι πράγματι το λογικό επακόλουθο του μοντέλου που έχει περιγραφεί. Το κίνημα αφού έχει αγωνιστεί και έχει πετύχει το πανεπιστήμιο για τις κοινωνικές ανάγκες εγγυάται τη δημοκρατική λειτουργία του ελέγχοντας την έρευνα και το συνολικό έργο που παράγεται.
Το σημαντικό, ωστόσο, δεν είναι αυτό. Είναι ότι όλα αυτά δε θα τα κάνει το κίνημα, αλλά η "ακαδημαϊκή κοινότητα"! Δηλαδή οι φοιτητές μαζί με τους καθηγητές και τους εργαζόμενους στις σχολές. Και να δεχτούμε ότι με τους εργαζόμενους μπορεί το φοιτητικό κίνημα να συνταχθεί, αν και αυτό γίνεται στη βάση του γενικότερου πολιτικού στόχου της σύνδεσης με το λαϊκό κίνημα και στη βάση της αντίστασης στην επίθεση του συστήματος. Οι καθηγητές δεν είναι εκείνοι που αναλαμβάνουν την μεταβίβαση και την εφαρμογή της αντιδραστικής πολιτικής στις σχολές; Δεν είναι εκείνοι που είναι πάντα ενάντιοι στους φοιτητικούς αγώνες; Δεν είναι εκείνοι που συνδιαμορφώνουν με την εκάστοτε κυβέρνηση την εκπαιδευτική πολιτική; Από πού κι ως πού έχουν κοινά συμφέροντα με τους φοιτητές;
Η όλη επιχειρηματολογία περί "ακαδημαϊκής κοινότητας" δεν είναι τίποτε άλλο από την προπαγάνδιση της κακόφημης συνδιοίκησης. Του μέτρου εκείνου, δηλαδή, με το οποίο το σύστημα επιχειρεί να αποδυναμώσει το φοιτητικό και σπουδαστικό κίνημα, να το βάλει στη λογική της συνδιαχείρισης και της συνευθύνης, να το απονευρώσει από κάθε αγωνιστική διεκδίκηση. Δεν είναι τυχαίο ότι και η ΔΑΠ και η ΠΑΣΠ είναι φανατικοί υποστηρικτές της συνδιοίκησης και προπαγανδίζουν ανοιχτά και σε όλους τους τόνους ότι οι μαζικές διαδικασίες είναι ανούσιες και ότι τα ζητήματα όλα κρίνονται στα συνδιοικητικά όργανα.
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι από το εκπαιδευτικό μοντέλο της ΚΝΕ απουσιάζουν οι λέξεις φοιτητικός σύλλογος, γενική συνέλευση, διοικητικό συμβούλιο. Απουσιάζουν, δηλαδή, όλα τα όργανα του κινήματος, κάθε τι που να θυμίζει το φοιτητικό συνδικαλισμό. Με την τοποθέτησή της αυτή η ΚΝΕ ξεκαθαρίζει τη θέση της για το κίνημα και τα όργανά του. Στόχος της είναι να παίρνει τις ψήφους και τις έδρες και όχι να ευνοεί τις μαζικές διαδικασίες και να στηρίζει τα συνδικαλιστικά όργανα του κινήματος. Στο πανεπιστήμιο των κοινωνικών αναγκών δε χωράει ο συνδικαλισμός, χωράει μόνο η συνδιοίκηση, δε χωράνε οι φοιτητικές και σπουδαστικές μάζες και οι διαδικασίες τους, χωράει μόνο ο φοιτητικός έλεγχος στην έρευνα.
Κι όταν η ΚΝΕ μιλάει για "εκδημοκρατισμό της λειτουργίας των ιδρυμάτων" και πάλι εννοεί μόνο τη συνδιοίκηση. Όταν ισχυρίζεται ότι υπάρχει θέμα κατοχύρωσης και διεύρυνσης των ελευθεριών, εννοεί τις ακαδημαϊκές ελευθερίες και όχι τις δημοκρατικές-συνδικαλιστικές.
Σε μια περίοδο που τα δημοκρατικά δικαιώματα χτυπιούνται, το Άσυλο αμφισβητείται ανοιχτά, η καθηγητική αυθαιρεσία εντείνεται και ξαναρχίζουν να στήνονται πειθαρχικά για τους φοιτητές η ΚΝΕ ανησυχεί για τις ακαδημαϊκές ελευθερίες"!




Η θέση της "Ενιαίας Ανώτατης Εκπαίδευσης" συμπυκνώνει ολόκληρη τη λογική της ΚΝΕ για την εκπαίδευση και το φοιτητικό και σπουδαστικό κίνημα. Είναι χαρακτηριστικό ότι περιλαμβάνει πολλές από τις παλιές θέσεις της Πανσπουδαστικής, τις θέσεις εκείνες που έστρωσαν το δρόμο στην πρωτοκαθεδρία της ΔΑΠ.
Δε θεωρούμε τυχαίο το γεγονός ότι οι θέσεις αυτές της ΚΝΕ έχουν τροφοδοτήσει όχι μόνο την ίδια αλλά και όλες τις δυνάμεις του ρεφορμισμού σε όλες του τις εκφράσεις εδώ και πολλά χρόνια.
Κατά την άποψή μας το μέτωπο ενάντια στο ρεφορμισμό είναι από τα βασικά για το φοιτητικό και σπουδαστικό κίνημα. Γιατί μέσα από την αντιρεφορμιστική πάλη μπορούν να ξεκαθαρίζουν οι αγωνιστικές απόψεις στο κίνημα, μπορούν οι φοιτητικές και σπουδαστικές μάζες να αντιλαμβάνονται καλύτερα τους φίλους και τους εχθρούς τους. Μπορούν, έτσι να πολιτικοποιούνται και να διεξάγουν από καλύτερες θέσεις τους αγώνες τους ενάντια στην αντιδραστική πολιτική. Μπορούν να υπερασπίζονται συλλογικά και αγωνιστικά τα συμφέροντα και τα δικαιώματά τους. Μπορούν να καταφέρνουν νίκες ενάντια σε ένα σύστημα που φαίνεται πανίσχυρο αλλά δεν είναι.
Στην περίοδο που διανύουμε το περιθώριο για αυταπάτες είναι πολύ στενό. Η επίθεση που έχει εξαπολύσει το σύστημα στο λαό και τη νεολαία έχει ήδη σηματοδοτήσει μια νέα εποχή βαρβαρότητας. Σε αυτήν την εποχή είναι καθήκον για τις μάζες να ορθώσουν το ανάστημά τους στο σύστημα, να συνειδητοποιήσουν την αστείρευτη δύναμη που έχουν οι αγώνες τους και να κλείσουν τ' αυτιά στις φωνές που με κάθε τρόπο τους καλούν να μείνουν στη γωνία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου